«Αν ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός ήταν πολιτισμός του λόγου (ομιλίας και λογικής), αντίθετα, στην αρχαία Αίγυπτο, στα ανατολικά βασίλεια, στο Βυζάντιο, στο δυτικό Μεσαίωνα, κυριαρχούσε ο πολιτισμός της όρασης, ο οπτικός πολιτισμός: «σχολείο της μέγιστης πλειοψηφίας των ανθρώπων – που ήταν αγράμματοι κι δεν έπαιζαν κανένα πολιτικό ρόλο- ήταν οι επιβλητικοί, εικονοστόλιστοι και αγαλματοστόλιστοι ναοί και άλλα μεγαλόπρεπα οικοδομήματα, που πρόβαλλαν και υμνούσαν τη ιστορία και τη θρησκεία του τόπου, ενώ η απολυταρχική εξουσία επιβαλλόταν στους υπηκόους όχι μόνο με τη βία αλλά και με τη χλιδή και τη λάμψη των πομπωδών δημόσιων εμφανίσεών της.
Το άνωθεν οργανωμένο θέαμα ήταν το βασικό μέσο πληροφόρησης των «κάτω» και της ειρηνικής επιβολής των «άνω».
Αλλά από της εφεύρεσης της τυπογραφίας, τη θρησκευτική μεταρρύθμιση κ.τ.λ., τον οπτικό πολιτισμό ήρθε να αντικαταστήσει ο πολιτισμός του γραπτού λόγου, ενώ τα λαϊκά στρώματα άρχισαν να διεκδικούν και να αποκτούν όλο και μεγαλύτερη πολιτική υπόσταση.
Όπως στην αρχαία Ελλάδα, έτσι και στο νεότερο πολιτισμό του λόγου κυριαρχούσαν οι έννοιες, ενώ στον οπτικό πολιτισμό κυριαρχούσε το θέαμα.
Με την τεράστια διάδοση της τηλεόρασης, όμως, ξαναγυρίσαμε στον πολιτισμό της εικόνας.
Αλλά της εικόνας όπως την παρουσιάζουν οι τηλεοπτικοί σκηνοθέτες, συντάκτες, τεχνικοί κ.τ.λ.
Η όραση των αδρανών θεατών βομβαρδίζεται με εικόνες από την πραγματικότητα, αλλά επιλεγμένες, μονταρισμένες, σκηνοθετημένες, όπως τις θέλουν οι τηλεοπτικοί «δημιουργοί».
Εικόνες που παρουσιάζουν μια πραγματικότητα στρεβλωμένη, παραχαραγμένη συχνά, πολύ ή ολότελα διαφορετική από την αληθινή, αφού, «η φωτογραφία δεν ψεύδεται», αφού «τα μάτια είναι ακριβέστεροι μάρτυρες από τ’αυτιά».
Και δεν υποψιάζεται πόσο μπορεί να ψευδολογήσει η παραποιημένη εικόνα, πόσο ψευδομάρτυρες μπορούν να γίνουν τα μάτια.
Σ’αυτή τη λογική και τεχνική της εικόνες και του θεάματος ήταν «μοιραίο» να υποταχθεί και η πολιτική.